Ετυμολογία

ευαγγέλιο < εὐαγγέλιον < εύ + άγγελος + -ιον

Ουσιαστικό

ευαγγέλιο, το ουδέτερο

  1. Η καλή αγγελία.
  2. Το χαρμόσυνο μήνυμα που κήρυξε στον κόσμο ο Ιησούς.
  3. Το βιβλίο που μας πληροφορεί γι’ Αυτόν.