Search
Close this search box.

Ετυμολογία

μελωδικά < μελωδικός + -ά < μελωδία (μέλος + ωδή)

Ουσιαστικό

μελωδικά (τροπικό)

1. με μελωδικό τρόπο
2. προκαλώντας ευχαρίστηση κι αρμονία