Search
Close this search box.

Ετυμολογία

αναστηλώνω < ανά + στηλόω (στήνω, αφιερώνω μνημείο)

Ρήμα

1. αποκαθιστώ ένα αξιόλογο κτίσμα
2. επαναφέρω τις εικόνες στην εκκλησία (στην εποχή της εικονομαχίας)

Στο ρήμα αυτό η πρόθεση “ανά-” έχει την έννοια του “ξανά”, εννοώντας δηλαδή κάτι ήταν στηλωμένο, έπεσε και κατόπιν κάποιοι το στήλωσαν εκ νέου. Αυτό έχει μεγάλη σημασία καθότι δι’ αυτού του τρόπου το συγκεκριμένο ρήμα (και όλα τα παρεμφερή ρήματα), εμπεριέχουν και γεγονότα που προηγούνται του χρόνου που ενεργείται το ρήμα.
Για παράδειγμα, όσον αφορά την αναστήλωση των εικόνων, που εορτάζει η Εκκλησία την Κυριακή της Ορθοδοξίας την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής, οι εικόνες ήταν σε χρήση και σεβαστές για αιώνες. Κατόπιν οι αιρετικοί και κακόδοξοι εικονομάχοι από παρανόηση τις θεώρησαν είδωλα και τις έριξαν κάτω, και τις ποδοπατούσαν. Τέλος, μετά από πάνω από 100 χρόνια και τη σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου, οι εικόνες πάλι τοποθετήθηκαν στις θέσεις τους.
Η άμεση ερμηνεία του ρήματος και της συνθέσεώς του έχει να κάνει με τους αρχαίους ναούς και περίτεχνα κτίσματα που είχαν στήλες. Οι στήλες αυτές είναι υψίκορμα δομικά στοιχεία που έφεραν τη στέγη των μεγάλων κτισμάτων, ναών κ.τλ. και οι οποίες όταν έπεφταν, από σεισμούς, χτυπήματα ή άλλες καταστροφές έπρεπε να σηκωθούν πάλι, δηλαδή να αναστηλωθούν.

Στην εικόνα, εναπομείνασες στήλες ναού αφιερωμένο στον Ολύμπιο Δία στην Αθηνα.