Ο Καπετάν Κώττας ήταν Σλαβόφωνος οπλαρχηγός, που συμμετείχε στην αρχή του Μακεδονικού Αγώνα. Γι’ αυτό θεωρείται ως ο πρώτος Μακεδονομάχος. Το πραγματικό του όνομα ήταν Κονσταντίν (Κότε) Χρίστωφ, το οποίο αργότερα εξελλήνισε σε Κώστας Χρήστου. Γεννήθηκε το 1863 στο χωριό Ρούλια της Φλώρινας. Ασχολήθηκε με τη γεωργία, καλλιεργώντας τα λιγοστά κτήματα της πατρικής περιουσίας και ευκαιριακά ως οικοδόμος και τσαγκάρης, καθώς και με άλλα επαγγέλματα. Παντρεύτηκε και είχε οχτώ παιδιά.
Ανυπότακτο πνεύμα, έτρεφε μεγάλο μίσος για τους Τούρκους κατακτητές. Η ζωή του πήρε δραματική τροπή το 1898, όταν σκότωσε τον Τούρκο μεγαλοτσιφλικά Κασίμ Μπέη, που ήλεγχε την περιοχή της Φλώρινας. Γι’ αυτό πήρε τα όρη και τα βουνά και σχημάτισε τη δική του ένοπλη ομάδα.
Στις αρχές του 1902 ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός (Καραβαγγέλης) τον γνώρισε και του μίλησε για την Ελλάδα και την ελληνικότητα όλης της περιοχής της Μακεδονίας. Ο καπετάν Κώττας αποφάσισε να προστατεύει τα ελληνικά χωριά από τους Βούλγαρους Κομιτατζήδες και τους Οθωμανούς Τούρκους.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μα αφού δεν ήταν Έλληνας, γιατί ο καπετάν Κώττας προστάτευε τα ελληνικά χωριά και πολεμούσε για τη Μακεδονία; Η απάντηση βρίσκεται στο παρακάτω βίντεο.
Στις αρχές του 1904 ο Καπετάν Κώτας ήλθε στην Αθήνα και γνωρίστηκε με τον Παύλο Μελά. Η καρδιά του ξεχείλιζε από ελληνικότητα κι αγάπη για την Ελλάδα, γι’ αυτό απόφάσισε να συνοδεύσει τον Παύλο Μελά στη Μακεδονία. Στις 9 Ιουνίου 1904 μετά από προδοσία συνελήφθη από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε στις φυλακές του Μοναστηρίου (Μπίτολα των Σκοπίων). Στις 27 Σεπτεμβρίου 1905, ύστερα από δίκη, εκτελέστηκε με απαγχονισμό, παρά τις προσπάθειες του ελληνικού προξενείου να τον απελευθερώσει με δωροδοκίες.
Τελευταίες λέξεις του γενναίου Καπετάν Κώστα μπροστά στην αγχόνη ήταν «Ζήτω ο Ελληνισμός!» στα βουλγαρικά, καθώς τα ελληνικά του ήταν από φτωχά έως ανύπαρκτα.
Μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας, το χωριό του «Ρούλια» ονομάσθηκε στη μνήμη του «Κώττας». Το 1960 στήθηκε επιβλητικός ανδριάντας του στην είσοδο της Φλώρινας, έργο του γλύπτη Δημήτριου Καλαμάρα.