Το Ωρολόγιον είναι λειτουργικό βιβλίο της Εκκλησίας μας και περιέχει πρωτίστως τις ακολουθίες τού ημερονυκτίου: Εσπερινός, Απόδειπνο, Μεσονυκτικό, Όρθρος, Ώρες Α΄, Γ΄, ΣΤ΄, Θ΄, καθώς και άλλες ακολουθίες όπως θα δούμε παρακάτω.
Το όνομά του λαμβάνει από τις λέξεις ώρα + λόγος, όχι γιατί μας λέει την ώρα όπως το ωρολόγιο χειρός, αλλά διότι περιέχει τα λόγια που πρέπει να πούμε κάθε ώρα της ημέρας που έχει οριστεί από την Εκκλησία να τελείται προσευχητική ακολουθία.
Πιο αναλυτικά, η Εκκλησία έχει ορίσει 8 φορές την ημέρα να προσεύχεται ο Χριστιανός και ειδικά ο μοναχός Χριστιανός που έχει και την άνεση του χρόνου, αφού όλη του η ζωή είναι αφιερωμένη στην προσευχή, κατά τον λόγο του Προφητάνακτος Δαβίδ, «ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ᾔνεσά σε ἐπὶ τὰ κρίματα τῆς δικαιοσύνης σου» (ψαλ. ριη΄ 164). Δηλαδή, ο Προφητάναξ Δαβίδ προσευχόταν στον Θεό στην Παλαιά Διαθήκη επτά φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας, όπως και άλλοι μεγάλοι προφήτες. Ο αριθμός 7, που απαντάται και στην Αποκάλυψη, είναι συμβολικός και συμβολίζει την τελειότητα και την πληρότητα. Σε άλλο μέρος ο Δαβίδ πάλι λέγει· «τὰ λόγια Κυρίου λόγια ἁγνά, ἀργύριον πεπυρωμένον, δοκίμιον τῇ γῇ κεκαθαρισμένον ἑπταπλασίως», δηλαδή ότι τα λόγια του Κυρίου είναι τόσα καθαρά και μεγάλης αξίας όπως το ασήμι που έχει καθαριστεί επτά φορές και είναι απολύτως καθαρό και τέλειο.
Αυτήν την παράδοση συνέχισε και ο μοναχισμός στην Εκκλησία, όπου πέρα από τη Θεία Λατρεία είχε κάθε ημέρα 8 ακολουθίες, όχι 7, ώστε να υμνεί τον Θεό 8 φορές, μία παραπάνω. Οι ώρες των προσευχών στο διάστημα της ημέρας έχουν προσαρμοστεί με βάση τη βυζαντινή Ώρα, που κάποιος μπορεί ακόμη να δει σε μοναστικές αδελφότητες στο Άγιον Όρος που τηρούν ακόμη αυτή τη μέτρηση χρόνου, η οποία ξεκινά από την ανατολή του ηλίου.
Σύμφωνα με το Τυπικό της Εκκλησίας το Ωρολόγιο καθορίζει τις ακολουθίες του ημερήσιου κύκλου· το Ψαλτήριον, η Παρακλητική και το Θεοτοκάριο αυτές τού εβδομαδιαίου κύκλου, ενώ τα Μηναία, το Τριώδιο και το Πεντηκοστάριο τον ετήσιο κύκλο.
Τα παλαιά Ωρολόγια τυπώνονταν στη Βενετία με διακοσμητικές ξυλογραφίες. Η μορφή του παγιώθηκε το 1832 από τον ιερομόναχο Βαρθλομαίο τον Ίμβριο και εγκρίθηκε από τη Μεγάλη τού Χριστού Εκκλησία. Από το 1952 η Εκκλησία της Ελλάδας τυπώνει και εκείνη Ωρολόγια (εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας).