Η ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως αυτή είναι η μοναδικη η οποία χωρίζεται σε 4 μέρη, τα οποία τελούνται σε διαφορετικές ώρες και μαζί με άλλες ακολουθίες και δεν τελείται όπως όλες οι άλλες ακολουθίες όλη μαζί.
Πάμε να δούμε τι συμβαίνει με αυτήν τη μοναδική ακολουθία!
Ανοίγουμε το Ωρολόγιό μας στο τρίτο μέρος του (όπως είπαμε στο εισαγωγικό μάθημα αυτής της Σειράς Μαθημάτων), όπου είναι συγκεντρωμένες ακολουθίες που δεν τελούνται κάθε ημέρα αλλά αρκετά συχνά ή αρκετές φορές τον χρόνο, ή μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως είναι του Ακαθίστου Ύμνου, που είδαμε σε προηγούμενη ενότητα, ή όπως είναι οι Παρακλητικοί Κανόνες στην Παναγία που θα δούμε σε επόμενη ενότητα, και άλλες.
Όπως διαβάζουμε και στο Ωρολόγιο, το πρώτο κομμάτι της Ακολουθίας αυτής είναι ένας κανόνας μα αλφαβητική ακροστοιχίδα, τον οποίο διαβάζουμε μετά το Πιστεύω στην ακολουθία του Μικρού Αποδείπνου (ή τη Μεγάλη Σαρακοστή, του Μεγάλου).
Η ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως ξεκινάει, λοιπόν, από το βράδυ της προηγούμενης ημέρας από αυτήν κατά την οποία θα τελεστεί το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
(Ακόμη και όταν τελείται αγρυπνία, η Θεία Λειτουργία θα πραγματοποιηθεί όπως οφείλει την επόμενη ημέρα, οπότε η ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως ξεκινά από την προηγούμενη πάλι.)
Το βράδυ που θα διαβάσουμε τον Κανόνα της Ακολουθίας της Θείας Μεταλήψεως είθισται να μην αναγινώσκονται με το Απόδειπνο οι Χαιρετισμοί στην Υπεραγία Θεοτόκο, οι οποίοι διαβάζονται κάποια άλλη ώρα της ημέρας.
Σ’ αυτόν τον κανόνα βλέπουμε και στο βιβλίο ότι η κάθε ωδή έχει τροπάρια που απευθύνονται στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, ο Οποίος μέλλει να προσφέρει τον Εαυτό Του σε εμάς τους αμαρτωλούς, ώστε να μας καθαρίσει από τις αμαρτίες μας και να μας παράσχει την αιώνια ζωή, αλλά το τελευταίο κάθε ωδής απευθύνεται στην Παναγία και λέγεται Θεοτοκίο. Θα παρατηρήσει κάποιος ότι στο Θεοτοκίο απευθυνόμαστε στην ίδια την Παναγία, η οποία γέννησε τον Χριστό και έγινε η αιτία να μπορούμε πλέον να κοινωνούμε το αναστημένο Σώμα και Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να μεσιτεύει ώστε να αξιωθούμε να κοινωνήσουμε. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, καθότι η Παναγία μάς οδηγεί στον Χριστό όπως λέμε και στους Χαιρετισμός, στον Οίκο του γράμματος Φ.
Η Εκκλησία, λοιπόν, μας υπενθυμίζει ότι δύο είναι τα πρόσωπα που μας βοηθούν να κοινωνήσουμε επάξια. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, του οποίου το Σώμα και το Αίμα κοινωνούμε, αλλά και η Παναγία μητέρα Του, της οποίας το καθαρό και άμωμο σώμα προσέλαβε ο Κύριος.
Αφού ολοκληρώσουμε τον Κανόνα, επανερχόμαστε και ολοκληρώνουμε την ακολουθία του Αποδείπνου, όπως μας καθοδηγεί και το Ωρολόγιο.
Εδώ ολοκληρώνεται το πρώτο μέρος της Ακολουθίας.
Η ακολουθία κατόπιν συνεχίζει το πρωί της επομένης ημέρας μετά την πρωινή προσευχή, όταν ο πιστός θα ξυπνήσει και θα ετοιμαστεί να προσέλθει στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αφού πρώτα παρακολουθήσει την ακολουθία του Όρθρου, ως είθισται, με σκοπό να μάθει περί της εορτής ή του αγίου ή των αγίων που τιμώνται την εκάστοτε ημέρα, και να ζητήσει τις πρεσβείες τους.
Παρατηρούμε ότι θα διαβάσουμε στην αρχή αυτού του μέρους της ακολουθίας 3 ψαλμούς, τον ΚΒ΄ (22), τον ΚΓ΄ (23) και τον ΡΙΕ΄ (115).
Αυτοί οι τρεις ψαλμοί είναι επιλεγμένοι ξεχωριστά επειδή αναφέρονται συγκεκριμένα οι δύο στην τράπεζα που παραθέτει ο Κύριος και στο ποτήριο της σωτηρίας που κερνά στον πιστό άνθρωπο: «… καὶ τὸ ποτήριόν σου μεθύσκον με ὡσεὶ κράτιστον.» και «Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι.» ενώ στο τρίτο ψαλμό (τον 23ο) μάς αναφέρει τις προϋποθέσεις που πρέπει να έχει ο πιστός για να λάβει την ευλογία του Κυρίου «Ἀθῷος χερσὶ καὶ καθαρὸς τῇ καρδίᾳ, ὃς οὐκ ἔλαβεν ἐπὶ ματαίῳ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ, καὶ οὐκ ὤμοσεν ἐπὶ δόλῳ τῷ πλησίον αὐτοῦ».
Άρα ο άνθρωπος πρέπει να προσέλθει στο ποτήριο της σωτηρίας για σωθεί και πρέπει να προσέλθει χωρίς σωματικές αμαρτίες και με καθαρή καρδιά, χωρίς να σκέφτεται αρνητικά για τον πλησίον του. Τότε μόνο ο Θεός θα ευχαριστηθεί με τον πιστό και θα του δώσει πλούσια τα ελέη Του.
Στη συνέχεια θα διαβάσουμε κάποια τροπάρια που έχουν οριστεί ώστε να μας υπενθυμίσουν ότι εφόσον έχουμε ακόμη τόσες πολλές αμαρτίες και απροσεξίες, πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί στο πώς θα πλησιάσουμε το άγιο ποτήριο , και μετά θα πούμε σαράντα (μ΄) Κύριε ἐλέησον…
Έπειτα, ακολουθούν ορισμένες ευχές αγίων, δηλαδή προσευχές που έγραψαν και έλεγαν οι άγιοι ώστε να προετοιμάσουν τους εαυτούς τους για να τη Θεία Κοινωνία. Θα παρατηρήσουμε ότι έχουμε ευχές του Μεγάλου Βασιλείου (2 στον αριθμό), του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (3 στον αριθμό) (που είναι οι δύο συγγραφείς της Θείας Λειτουργίας, όπως την τελούμε σήμερα -περισσότερο του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου και λιγότερο του Μεγάλου Βασιλείου), μία ευχή του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, μία ευχή σε μορφή ποιήματος του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, μία ευχή του Αγίου Συμεών του Μεταφραστού, άλλη μία ευχή του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού και τέλος πάλι άλλη μια ευχή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (συνολικά 4 ευχές του Αγίου Ιωάννου).
(Μάθε πότε έζησε ο κάθε Άγιος παίζοντας το παρακάτω παιχνίδι.)
Οι ευχές αυτές θα παρατηρήσουμε ότι έχουν πολλά κοινά. Κατ’αρχήν, διακρίνονται όλες από πνεύμα ταπεινώσεως, σε όλες οι άγιοι που τις έγραψαν θεωρούν τους εαυτούς τιποτένιους και αναξίους να λάβουν το τίμιο Σώμα και Αίμα του Κυρίου και σε όλες χρησιμοπιούν εικόνες, λόγια αλλά και πρόσωπα του ίδιου του Ευαγγελίου, δηλαδή της διδασκαλίας του Κυρίου για τη μετάνοια. Οι εικόνες του ασώτου, της πόρνης και του τελώνου ξεχωρίζουν για το πνεύμα συντριβής τους ενώπιον του Θεού αλλά και του τρόπου που προσέγγισαν τον Χριστό επί γης. Αυτές οι ευχές, όταν συλλάβουμε το νόημά τους, μάς υπενθυμίζουν όλες τους ότι πρέπει να νιώθουμε την αναξιότητά μας μέχρι τα βάθη της ψυχής μας, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να αισθανόμαστε και να αντιλαμβανόμαστε την δωρεά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, που μας χαρίζει κάτι που από μόνοι μας ποτέ δεν θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε, το οποίο μάς είναι τόσο απαραίτητο, πιο απαραίτητο από αυτήν την επίγειο ζωή μας.
Κομμάτι του β΄ μέρους της ακολουθίας της Θείας Μεταλήψεως, αναγινώσκεται στους ναούς προ της Θείας Κοινωνίας, αρχίζοντας από την ευχή του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού «Πρὸ τῶν θυρῶν σου παρέστηκα» και επισυνάπτοντας αυτό που θα δούμε ότι είναι το τρίτο μέρος της ακολουθίας.
To τρίτο μέρος αφορά προσευχές και τροπάρια που προτρέπει η Εκκλησία τον πιστό να απαγγέλει από μέσα του εντός του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, όταν πλέον έχει φτάσει η ώρα να προσέλθει για τη Θεία Κοινωνία κατά τη διάρκεια που βαδίζει προς εκεί και αναμένει τη σειρά του.
Την ώρα εκείνη, που είναι η πιο ιερή -αφού, όπως είπαμε στην προηγούμενη ενότητα, είναι η κορύφωση όλης της πνευματικής ζωής- οφείλει ο πιστός να έχει προσηλωμένο τον νου του ακριβώς στο πού πάει και να προσεύχεται να τον αξιώσει ο Θεός να κοινωνήσει, και να δεχθεί τον Θεό μέσα του ώστε να τον καθαρίσει από τις όποιες αμαρτίες του αλλά και να του δώσει αιώνια ζωή.
Οι πιστοί, την ώρα που προσέρχονται, δεν πρέπει να σκέφονται διάφορα· δεν πρέπει να κοιτάνε τριγύρω τι κάνει ο ένας και τι ο άλλος· δεν πρέπει να κάνουν φασαρία είτε πριν, είτε μετά τη Θεία Κοινωνία, γι’ αυτό η Εκκλησία τούς διδάσκει να προσεύχονται με συγκεκριμένα λόγια, τα οποία τους εμπνέουν τα τρία που τους είπε να έχουν ο ιερέας όταν βγήκε στην Ωραία Πύλη με το Άγιο Ποτήριο «φόβο Θεοῦ, πίστη καί αγάπη». «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης, προσέλθετε.»
Πρέπει να φοβόμαστε τον Θεό, να τον σεβόμαστε δηλαδή, πάρα πολύ. Να Τον πιστεύουμε και να νιώθουμε ότι εκείνη την ώρα είναι ο Ίδιος ο Κύριος παρών και μας προσφέρεται. Και φυσικά, να αγαπάμε τον Θεό αλλά και τους άλλους ανθρώπους και να μην έχουμε μέσα μας την παραμικρή κακία προς εκείνους.
Θα έλεγε κάποιος ότι αφού μας αξίωσε ο Θεός να κοινωνήσουμε, τελειώνει εκεί η ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως, αλλά αυτό δεν είναι σωστό. Διότι, αφού μεταλάβουμε των Αχράντων Μυστηρίων, του Σώματος και Αίματους του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, πρέπει να ευχαριστήσουμε τον Κύριο για αυτή τη μεγάλη Του δωρεά να δεχθεί να κατοικήσει μέσα στην ερειπωμένη ψυχή μας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σε μία από τις ευχές που διαβάζουμε στο Β΄ Μέρος.
Αυτό το μέρος της ακολουθίας διαβάζεται μετά την απόλυση της Θείας Λειτουργίας. Αφού έχει πει ο ιερέας Δι’ ευχών, ή την περίοδο από την Κυριακή του Πάσχα έως την Πέμπτη της Αναλήψεως, το Χριστός Ἀνέστη. Όση ώρα οι ψάλτες διαβάζουν τις σχετικές ευχές και τα όσα η Εκκλησία έχει ορίσει, ο ιερέας μέσα στο ιερό, καταλύει ότι περίσσεψε από τη Θεία Κοινωνία, ώστε τίποτα να μην πεταχθεί και τίποτα να μην παραμείνει στο Άγιο Ποτήριο. [Σε ορισμένες περιπτώσεις δεν λέγεται στους ναούς το μέρος αυτό μετά την απόλυση, οπότε ο πιστός μπορεί να το αναγνώσει μόνος, στο σπίτι του.]
Η Θεία Κοινωνία προορίζεται αποκλειστικά για τους πιστούς και από αυτούς πρέπει να φαγωθεί. Ο ιερέας, λοιπόν, και ειδικά αν είναι μόνος, κάθεται στο ιερό μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας και καταλύει ότι υπάρχει μέσα στο Άγιο Ποτήριο. Αν υπάρχει διάκονος, το κάνει ο διάκονος όσο ο ιερέας κάνει την απόλυση.
Οι ευχές του μέρους της ευχαριστίας είναι κι αυτές γεμάτες συμβουλές για την πνευματική πρόοδο του πιστού και αφορούν το πώς να διαφυλάξει το δώρο της Χάριτος που έλαβε από τη Θεία Κοινωνία προσέχοντας τους λογισμούς του, τις πράξεις τους, τα λόγια του και όλη του τη συμπεριφορά, αφού αποχωρήσει από τον ναό. Διότι δεν αρκεί μονάχα να λάβουμε το δώρο, αλλά θα πρέπει να το διαφυλάξουμε και για όλη μας την επίγειο ζωή.
Στο Δ΄ μέρος αναφερόμαστε επίσης και τιμούμε τον Άγιο που έγραψε την Θεία Λειτουργία που επιτελέσαμε (τις περισσότερες φορές τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, σπανιότερα τον Μεγάλο Βασίλειο, ακόμη πιο σπάνια (στις ακολουθίες των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων) τον Άγιο Γρηγόριο τον Διάλογο και ελάχιστες φορές τον Άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο.