Σ’ αυτήν την ενότητα θα δούμε ποια κομμάτια του Μεγάλου Αποδείπνου έχει συνθέσει η Εκκλησία μας και με ποιον τρόπο. Στο παρακάτω διάγραμμα βλέπουμε ποια κομμάτια έχει πάρει και από ποια μέρη.
Και εδώ βλέπουμε τη νέα διάταξη που τα έχει βάλει.
Οι αλλαγές όπως βλέπουμε, που έχει κάνει η Εκκλησία είναι πολύ λίγες. Ουσιαστικά, μόνο το Πιστεύω… έχει αλλάξει θέση και έχει προσθέσει να λέμε το Ἄξιόν ἐστί… μετά από το Πιστεύω…, και τους Χαιρετισμούς για όσους τους λένε.
Πάμε τώρα να δούμε πιο αναλυτικά γιατί η Εκκλησία μας συνέθεσε κατ’ αυτόν τον τρόπο το Μικρό Απόδειπνο, γιατί δηλαδή επέλεξε αυτά τα κομμάτια από το Μεγάλο Απόδειπνο, ώστε οι πιστοί, ακόμη και οι λαϊκοί, να διαβάζουν και να απαγγέλουν κάθε βράδυ, πριν κοιμηθούν.
Το Απόδειπνο, όπως έχουμε μάθει, είναι η τελευταία προσευχή του νυχθημέρου. Είναι μια αυτοτελής προσευχή που μόνο σε ένα σημείο αλλάζει, αν υπάρχει εορτή ή εορταζόμενος άγιος την επόμενη ημέρα, οπότε δεν λέμε τα συνήθη τροπάρια αλλά λέμε τα τροπάρια του Αγίου ή της Εορτής.
Είναι μια σύντομη προσευχή, αλλά πολύ περιεκτική διότι περιλαμβάνει όλα όσα μια προσευχή πρέπει να περιλαμβάνει. Δηλαδή: Δοξολογία, Ευχαριστία, Παράκληση.
Το Απόδειπνο ξεκινά όπως οι περισσότερες ακολουθίες με το Τρισάγιον… Παναγία Τριάς… Πᾶτερ ἡμῶν… Έπειτα ακολουθούν τα Δεῦτε προσκυνήσωμεν… και διαβάζουμε ως συνήθως μια τριάδα ψαλμών. Η Εκκλησία έχει επιλέξει από τους 10 ψαλμούς του Μεγάλου Αποδείπνου 3 συγκεκριμένους. Τον Ν΄ ψαλμό, τον ΞΘ΄ ψαλμό και τον ΡΜΒ΄ ψαλμό.
Ο Ν΄ ψαλμός είναι αυτονόητο γιατί επιλέχθηκε, ως ο κατεξοχήν ψαλμός της μετανοίας, και πρέπει σε κάθε προσευχή μας να δείχνουμε μετάνοια και να θυμόμαστε ότι παρακαλούμε τον Θεό να μας βοηθήσει να διορθώσουμε τα λάθη και τα πάθη μας. Ο ΞΘ΄ ψαλμός μάς υπενθυμίζει ότι ο Θεός είναι ο μόνος αληθινά βοηθός μας και ότι εμείς δεν έχουμε τίποτα δικό μας, διότι όλα τα καλά για τα οποία μάς θαυμάζουν και μας δοξάζουν οι άνθρωποι είναι του Θεού. Η μόνη μας ευχαριστία, λέει ο Δαβίδ, είναι το να δοξάζουμε το όνομα του Αγίου Τριαδικού Θεού. Ο δε ΡΜΒ΄ ψαλμός που τον έχουμε δει και στην ακολουθία του Όρθρου μάς θυμίζει τον αγώνα που έχει η ψυχή μας για τη σωτηρία της, που πολλές φορές ο διάβολος τη θανατώνει με την αμαρτία, αλλά και ότι ο μόνος που μπορεί να μας δείξει τον δρόμο της σωτηρίας είναι το Πνεύμα το Άγιο και ο Τριαδικός Θεός. Αυτούς τους ψαλμούς πρέπει να τους λέμε με κατάνυξη και συντριβή καρδίας.
Μετά τους ψαλμούς ακολουθεί η Δοξολογία και μετά το Πιστεύω… Και η Δοξολογία, που σε άλλες ακολουθίες αλλάζει λίγο και στον όρθρο την ψάλλουμε κιόλας, αλλά και το Πιστεύω μάς υπενθυμίζουν ότι πρέπει να λατρεύουμε τον αληθινό Θεό και μόνο και ότι πρέπει να τον λατρεύουμε σωστά, όπως ορίζει η Εκκλησία μας και οι Οικουμενικοί Σύνοδοι που έχουν καθορίσει το Πιστεύω… και τα δόγματα της Εκκλησίας μας.
Τη Δοξολογία όταν τη λέμε πρέπει να τη λέμε με τρόπο δοξαστικό, με φωνή που να αναπέμπει δοξολογία και όχι σαν ένα πεζό κείμενο που το διαβάζουμε μόνο και μόνο επειδή πρέπει να το διαβάσουμε. Ενώ το Πιστεύω… πρέπει να το διαβάζουμε με φωνή σταθερή, που αποπνέει βεβαιότητα ότι αυτά που λέμε τα πιστεύουμε και θα πεθάνουμε ακόμη και γι’ αυτά.
Μετά το Πιστεύω… ακολουθούν οι Χαιρετισμοί για όσους τους διαβάζουν, ή το Ἄξιόν ἐστί και εδώ τελειώνει άτυπα το πρώτο μέρος του Αποδείπνου, διότι μετά λέμε ξανά το Τρισάγιον και αρχίζει τρόπον τινα το δεύτερο μέρος όπου περιλαμβάνει μεγάλες ευχές, προσευχές δηλαδή προς τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και την Υπεραγία Θεοτόκο, τα δύο πιο σημαντικά πρόσωπα που συνέλαβαν κατ’ εξοχήν στη σωτηρία μας.
Μετά το Τρισάγιον ακολουθούν κάποια τροπάρια που διαβάζουμε, τα οποία αν τυχαίνει μεγάλη εορτή την επόμενη ημέρα ή κάποιος άγιος/αγία που εορτάζουμε μεγάλος/μεγάλη, τότε αντί να πούμε αυτά πάμε στο δεύτερο κομμάτι του Ωρολογίου που έχει τα απολυτίκα και τα κοντάκια των Αγίων της ημέρας και αφού βρούμε την αυριανή ημέρα από αυτήν στο τέλος της οποίας είμαστε, διαβάζουμε το Κοντάκιο της αυριανής ημέρας.
Έπειτα λέμε σαράντα φορές Κύριε Ελέησον… (μ’) και μετά διαβάζουμε την ευχή Ὁ ἐν παντὶ καιρῷ… Τα 40 Κύριε Ελέησον μας θυμίζουν τις 40 ημέρες που διήρκεσε ο κατακλυσμός, τις τεσσαρακονθήμερες νηστείες του Μωυσέως, του Ηλιού και του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και τα λέμε χωρισμένα σε 4 δεκάδες. Όταν είναι δύο οι χοροί, λένε 10 ο ένας, 10 άλλος, 10 πάλι ο πρώτος και 10 ο δεύτερος.
Η ευχή Ὁ ἐν παντὶ καιρῷ… ἀπευθύνεται στον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν και χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο δοξολογούμε στον Θεό και υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ποιος είναι αυτός ο Θεός, ο πολυεύσπλαγχνος, ο πολυέλεος… ο Πατέρας μας ο αγαπητικός και όχι κάποιος φοβερός Θεός που ψάχνει να μας τιμωρήσει. Στο δε δεύτερο μέρος ζητάμε από τον Θεό να μας βοηθήσει να αγιαστούμε όχι μόνο στην ψυχή αλλά και στο σώμα, στο νου και στη διάνοια αλλά και στο σώμα που τελεί τις πράξεις, διότι ο άνθρωπος πρέπει όλος να αγιαστεί.
Έπειτα ακολουθούν Κύριε ελέησον… (γ΄) Δόξα Πατρί… Την τιμιωτέραν… Αν υπάρχει ιερέας, κάνει τη δέηση, ειδάλλως αν είμαστε μόνοι μας λέμε 12 Κύριε ἐλέησον (ιβ΄) και μετά λέμε την ευχή στην Παναγία, ποίημα όπως διαβάζουμε ενός μοναχού Παύλου μοναχοῦ, τῆς Μονῆς τῆς Εὐεργέτιδος.
Αυτή είναι μία ξεχωριστή προσευχή που τη συναντούμε μόνο στην ακολουθία του Αποδείπνου, αφιερωμένη στην Παναγία, χωρισμένη και αυτή σε τρία μέρη, όπως συνήθως είναι τέτοιες ευχές. Στο πρώτο μέρος δοξολογούμε την Παναγία για όλες της τις αρετές, όλες τις δωρεές της σ’ εμάς τους αναξίους. Στο δεύτερο την παρακαλούμε να μας ελεήσει και να μας βοηθήσει στον αγώνα κατά των παθών αλλά και στην ημέρα της Κρίσεως να παραστεί για εμάς μάρτυρας υπερασπίσεως. Στο δε τρίτο μέρος, στην κατάληξη, ευχόμαστε όλα αυτά να τα εκπλήρωσει με την χάρη της Παναγίας Τριάδος και όχι από μόνη της η Παναγία, διότι όλα η Παναγία τα πράττει με την Χάρη και τη Δύναμη του Υιού της, του Θεού και Λόγου του Πατρός.
[Στην ακολουθία των Χαιρετισμών, οι ψάλτες έχουν κατέβει από τα αναλόγιά τους, ο δεξιός έχει σταθεί εμπρός στην εικόνα της Παναγίας και ο αριστερός εμπρός στην εικόνα του Χριστού και λένε τις επόμενες ευχές τις ακολουθίας, εμμελώς, δηλαδή όχι ψαλτά αλλά ούτε και διαβαστά.]
Η επόμενη ευχή από την ευχή Ἄσπιλε, ἀμόλυντε… είναι η κατεξοχήν ευχή του Αποδείπνου, διότι αποτελεί μια προσευχή όπου παρακαλούμε τον Κύριο να μας φυλάει και να μας παρέχει έναν ύπνο γαλήνιο, έναν ύπνο χωρίς τις προσβολές του διαβόλου, έναν ύπνο όπου θα μας ξεκουράσει και θα μας δώσει δυνάμεις.
Αφού το Απόδειπνο είναι η τελευταία προσευχή του ανθρώπου προ του βραδυνού ύπνου, είναι επόμενο να έχει μια τέτοια ευχή, διότι και ο ύπνος αποτελεί ένα μυστήριο της ανθρώπινης ύπαρξης. Πολύ σοφά οι Πατέρες λένε ότι ο ύπνος είναι ένας μικρός θάνατος, όπου ο άνθρωπος παραδίδει πλέον την κυριαρχία του σώματος, δεν ελέγχει ούτε τα λίγα που ελέγχει όταν είναι ξύπνιος και ως “νεκρός” κείτεται για κάποιες ώρες. Βέβαια, την ώρα αυτή το σώμα ανανεώνει δυνάμεις και ο Κύριος εν τη πανσοφία Του το φροντίζει με τρόπους μυστικούς. Οπότε, και γι’ αυτήν την ώρα έχουμε ειδική προσευχή, που έφτιαξε ο μοναχός Αντίοχος όπως διασώζουν τα Ωρολόγια.
Μετά πάλι έχουμε 3 σύντομα τροπάρια, τα 2 αναφέρονται στην Υπεραγία Θεοτόκο ενώ το μεσαίο, το τρίτο αναφέρεται στην Αγία Τριάδα και κατόπιν ακολουθεί -αν υπάρχει ιερέας- η δέηση. Στο τέλος και της δέησης επισυνάπτεται η ευχή στον φύλακα άγγελό μας, στην οποία ζητάμε από τον φύλακά άγγελό μας να μας προστατεύει την ώρα της νύκτας, που κοιμόμαστε.
Ἅγιε Ἄγγελε, ὁ ἐφεστὼς τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς καὶ ταλαιπώρου μου ζωῆς, μὴ ἐγκαταλίπῃς με τὸν ἁμαρτωλόν, μηδὲ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ διὰ τὴν ἀκρασίαν μου· μὴ δώῃς χώραν τῷ πονηρῷ δαίμονι κατακυριεῦσαί μου τῇ καταδυναστείᾳ τοῦ θνητοῦ τούτου σώματος· κράτησον τῆς ἀθλίας καὶ παρειμένης χειρός μου, καὶ ὁδήγησόν με εἰς ὁδὸν σωτηρίας. Ναί, ἅγιε Ἄγγελε τοῦ Θεοῦ, ὁ φύλαξ καὶ σκεπαστὴς τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, πάντα μοι συγχώρησον, ὅσα σοι ἔθλιψα πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου, καὶ εἴ τι ἥμαρτον τὴν σήμερον ἡμέραν· σκέπασόν με ἐν τῇ παρούσῃ νυκτὶ καὶ διαφύλαξόν με ἀπὸ πάσης ἐπηρείας τοῦ ἀντικειμένου, ἵνα μὴ ἔν τινι ἁμαρτήματι παροργίσω τὸν Θεόν· καὶ πρέσβευε ὑπὲρ ἐμοῦ πρὸς τὸν Κύριον τοῦ ἐπιστηρίξαι με ἐν τῷ φόβῳ αὐτοῦ καὶ ἄξιον ἀναδεῖξαί με δοῦλον τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος. Ἀμήν.
Μετά και από αυτήν την ευχή, μπορούμε να πούμε τα απολυτίκια των αγίων που ευλαβούμαστε και το Δι’ ευχήών.