Κέντρο όλης της πνευματικής ζωής του Χριστιανού είνια το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και συγκεκριμένα η μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Αυτό είναι το κέντρο και ο σκοπός όλων των προσευχών και των ακολουθιών, η όσο το δυνατόν καθαρότερη ένωση με τον νυμφίο Χριστό. Διότι με τη μετάληψη αυτή και μόνο ο άνθρωπος μπορεί να γίνει θεοειδής και να αλλάξει, ώστε από σαρκικός και ψυχικός, να γίνει πνευματικός όπως διδάσκει ο Απόστολος Παύλος.
Εάν ο Χριστιανός δεν κοινωνεί όσο πιο τακτικά μπορεί και του επιτρέπει ο ιερέας στον οποίο εξομολογείται, τότε η ψυχή του μένει ατροφική και δεν προοδεύει πνευματικά, όπως και ένα σώμα που δεν τρέφεται σωστά, δεν έχει δυνάμεις να τρέξει, να σηκώσει βάρη, να κάνει όλα όσα έχει δυνατότητα να εκτελέσει.
Όμως, η προσέλευση στη Θεία Κοινωνία, όπως θα δούμε στο μάθημα αυτό, δεν είναι απροϋπόθετος. Έχει προϋποθέσεις, δηλαδή, έχει προετοιμασία. Αφ’ ενός ο Χριστιανός πρέπει να είναι καθαρός από αμαρτίες που είναι εμπόδια για να κοινωνήσει (τα λεγόμενα θανάσιμα αμαρτήματα) με το Μυστήριο της Μετανοίας και Εξομολογήσεως και από την άλλη ο ίδιος να προετοιμάζεται για την ένωση του με τον Χριστό με συγκεκριμένες προσευχές που του τονίζουν ακριβώς τις διαστάσεις της Θείας Μεταλήψεως, της συντριβής που πρέπει να έχει, της κατανύξεως και της όλης προσμονής αυτής της ενώσεως.
Προτού προχωρήσουμε στο να κατανοήσουμε τη δομή και τη διάρθρωση αυτής της ακολουθίας, πρέπει να δούμε λίγο τις δύο αυτές κατηγορίες αμαρτιών: τα «θανάσιμα» και τα «σύγγνωστα», να κατανοήσουμε τη διαφορά τους καλά, ώστε κατόπιν να καταλάβουμε ότι σε ποια εκ των δύο αναφέρεται η Ακολουθία αυτή, όταν μιλάει περί αμαρτιών σε ορισμένα σημεία.
Θανάσιμα λέγονται τα αμαρτήματα, που ο άνθρωπος έχει ηθελημένα πέσει, δια των οποίων έχει αμαυρωθεί το Άγιο Βάπτισμά του και πρέπει να καθαρίσει την σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος καλά, με τη Μετάνοια και την Εξομολόγηση, ώστε να μπορέσει πάλι να συμμετέχει στα άχραντα Μυστήρια.
Αυτά τα αμαρτήματα χωρίζονται σε 7 μεγάλες κατηγορίες, με βάση τους πατέρες:
1) η Υπερηφάνεια,
2) η Φιλαργυρία,
3) η Πορνεία,
4) ο Φθόνος,
5) η Γαστριμαργία,
6) ο Θυμός και
7) η Ακηδία (ή Αμέλεια)
Όμως, αυτές είναι οι ρίζες από τις οποίες πηγάζουν άλλες αμαρτίες, που κι αυτές γίνονται εμπόδια για τη Θεία Κοινωνία και ειδικά όταν η ψυχή συνηθίσει στην τέλεσή τους, και γίνει όπως λέγεται στην Ορθόδοξη Θεολογία «εμπαθής».
1) Από την Υπερηφάνεια πηγάζουν: κενοδοξία, καύχηση, οίηση, φιλοδοξία, ανυποταξία, καταγέλαση, υπόκριση, πείσμα κ.α.
2) Από τη Φιλαργυρία πηγάζουν: πλεονεξία, ανελεημοσύνη, σκληρότητα της καρδιάς, κλοπή, αρπαγή, ψεύδος, αδικία, δολιότητα, επιορκία, σιμωνία, ιεροσυλία, απιστία, ανειλικρίνεια κ.α.
3) Από την Πορνεία πηγάζουν: μοιχεία, αρσενοκοιτία, κτηνοβασία, αιμομιξία, παιδοφθορία, παρθενοφθορία, συγκυλισμός, αυνανισμός, τύφλωση του νου, αθεοφοβία κ.α.
4) Από τον Φθόνο πηγάζουν: επιβουλή, έχθρα, χαιρεκακία, φιλονεικία, καταλαλιά, απάτη, προδοσία, φόνος, αχαριστία, λύπη για τα καλά του φθονουμένου.
5) Από τη Γαστριμαργία πηγάζουν: λαιμαργία, μέθη, ασωτία, καρηβαρία (πονοκέφαλος), λαγνεία, ακηδία κ.α.
6) Από τον Θυμό πηγάζουν: βλασφημία, μίσος, μνησικακία, φιλονεικία, επιορκία, κατάρα, ύβρη, μάχη, διαπληκτισμός, φόνος κ.α.
7) Από την Ακηδία πηγάζουν: μικροψυχία, λύπη και αγανάκτηση για το καλό που κάνουμε, προφάσεις εν αμαρτίαις, απόγνωση, απιστία και νωθρότητα προς κάθε καλό έργο που ήταν δυνατό να πράξουμε.
Το αν ο Χριστιανός έχει αναγνωρίσει τα αμαρτήματά του, έχει μετανοήσει ειλικρινά γι’ αυτά και είναι έτοιμος να λάβει τη θεραπευτική αγωγή που θα του δώσει η Εκκλησία δια του ιερέα, είναι καθήκον του εξομολόγου να το διαπιστώσει, γι’ αυτό χρειάζεται ο πιστός που έχει αμαρτήσει να προσέλθει ενώπιον του ιερέως και να εξομολογηθεί, να βγάλει δηλαδή από μέσα του οικειοθελώς, τα αμαρτήματά του, χωρίς να δικαιολογεί τον εαυτό του, καθότι αυτός είναι ο μόνος αίτιος των πράξεών του.
Σύγγνωστα λέγονται ορισμένα αμαρτήματα που οι άνθρωποι ερχόμενοι σε επαφή με άλλους ανθρώπους μπορεί να διαπράξουν χωρίς να το καταλάβουν, από απροσεξία, από πρόσκαιρη ένταση που ίσως προκληθεί και για άλλους λόγους. Επίσης, ως σύγγνωστα λογίζονται και ορισμένα αμαρτήματα που αφορούν τη συνέπεια του πιστού στα καθήκοντά τους της προσευχής, ή στις σκέψεις που κάνει και δεν αφορούν άλλους ανθρώπους αλλά προσωπικές του επιθυμίες.
Μερικά παραδείγματα σύγγνωστων αμαρτημάτων είναι:
1) ένας μικρός θυμός
2) ένα ψέμα που λέγεται για να πειράξει κάποιον και όχι για να του αποκρύψει την αλήθεια,
3) μια βρισιά σε μια ώρα θυμού,
4) ένα χτύπημα σε ένα φίλο ή σε ένα αδελφό, σε μια ώρα θυμού,
5) το να πειράξει κανείς τα πράγματα του άλλου,
6) το να πειράξεις τον άλλον από παιχνίδι και όχι από κακία κ.α.
Τα σύγγνωστα αμαρτήματα δεν εμποδίζουν τον Χριστιανό να κοινωνήσει, εφόσον ο ίδιος δεν θεωρεί, ότι επειδή του επιτρέπεται για να μη στερηθεί τη χάρη των Τιμίων Δώρων να κοινωνήσει, πως μπορεί να τα πράττει και να μην αγωνίζεται να τα μειώσει και να μην τα διαπράττει καθόλου!
Ωστόσο, το ποια θα θεωρεί ως σύγγνωστα (ενώ παραμένουν θανάσιμα αμαρτήματα όπως το ψέμα π.χ.) και δεν θα τον εμποδίζουν να κοινωνήσει και θα μπορεί να προσέλθει στη Θεία Κοινωνία, οφείλει να το καθορίζει ο Χριστιανός με έναν έμπειρο εξομολόγο, ο οποίος με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, θα του πει πότε και πώς πρέπει να κοινωνεί. Και ποτέ μόνος του!
Πάμε τώρα στην επόμενη ενότητα να δούμε τι μας τονίζει η Ακολουθία
της Θείας Μεταλήψεως και πώς έχει ορίσει η Εκκλησία να την τελούμε!