Ο Κύριος όπως είδαμε την προηγούμενη φορά εισήλθε στη πόλη των Ιεροσολύμων αυτό το τελευταίο Πάσχα πολύ διαφορετικά σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες φορές της επί γης παρουσίας Του. Αυτή τη φορά τον υποδέχθηκαν θριαμβευτικά, ένδοξα ως κάποιον που όλοι δέχονταν ως σωτήρα εκτός, όπως είδαμε, από τους Φαρισαίους, τους Γραμματείς και άλλους που δεν Τον ήθελαν.
Ο Κύριος πρώτα εισήλθε στον ναό όπου πάλι έδιωξε τους πωλητές και τους εμπόρους αλλά δεν διενυκτεύρεσε στην πόλη μέσα. Κάθε βράδυ, έβγαινε από την πόλη και αυλιζόταν, όπως λέει το κείμενο, στο Όρος των Ελαιών όπου προσευχόταν. Από εκεί έβλεπε την πόλη της Ιερουσαλήμ όπως φαίντεαι στην από κάτω εικόαν. Και όταν την είδε, προγνωρίζοντας το τέλος της, έκλαψε για αυτήν.
Το πρωί έμπαινε πάλι στην πόλη όπου δίδασκε στον ναό των Ιεροσολύμων (βλεπε εικόνα παραπάνω) και εκεί μαζεύονταν όπως κάθε φορά όχι μόνο ο απλός λαός αλλά και οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς για να τον πειράξουν και να βρουν κάτι ώστε να τον κατηγορήσουν εις θάνατον. Την πρώτη μέρα λοιπόν που εισήλθε πάλι στα Ιεροσόλυμα πέρασε στον δρόμο κοντά από μία συκιά. Ο Χριστός λοιπόν πείνασε, όπως αναφέρουν οι Ευαγγελιστές Ματθαίος και Μάρκος, και έψαξε στη συκιά για να βρει κάποιο σύκο να φάει, αλλά δεν βρήκε τίποτα, παρά μόνο φύλλα. Ο ευαγγελιστής Μάρκος παρατηρεί ότι δεν ήταν ο καιρός ακόμη των σύκων, οπότε δικαιολογημένα ο Χριστός δεν βρήκε σύκο να φάει. Όμως, ο Κύριος επειδή ήθελε να δώσει ένα μάθημα στους μαθητές του καταράστηκε τη συκή να μη βγάλει ποτέ καρπούς. Και όντως επιτόπου ξηράθηκε η συκή, αλλά την επόμενη μέρα το πρωί παρατήρησαν οι μαθητές τι συνέβη και ότι είχε ξεραθεί από τη ρίζα. Τότε θαύμασαν οι μαθητές και απόρησαν πώς συνέβη και ξεράθηκε τόσο γρήγορα η συκιά, που ως χθες ήταν γεμάτη φύλλα. Ο Κύριος τότε τούς εξήγησε ότι αν έχουν αληθινή πίστη χωρίς τάση για αυτοπροβολή και επίδειξη, αλλά ώστε να πραγματοποιήσουν το θέλημα του Θεού, ακόμη και στο βούνο που είχαν μπροστά τους αν έλεγαν να πάει να πέσει στη θάλασσα, εκείνο θα το έκανε – πράγμα το οποίο φαντάζει αδύνατον για τους επιστήμονες και τους απλούς ανθρώπους.
Το βουνό αυτό για το οποίο μίλησε ο Κύριος, αναφέρει ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ότι είναι το βουνό όπου ήταν χτισμένος επάνω ο Ναός των Ιεροσολύμων, στον οποίον κατευθύνονταν κάθε μέρα. Ακόμη παρατηρεί ο Άγιος Νεκτάριος ότι η ξηραμένη συκιά είναι το γένος των Ιουδαίων, το οποίο ο Θεός το φύτεψε δια της πίστεως του Αβραάμ και το έθρεψε ώστε να γίνει μεγάλο δένδρο, με πολλά κλαδιά και φύλλα και καρπούς πίστεως, αλλά τελικά δεν βρήκε καθόλου πίστη στους Ιουδαίους, δεν βρήκε καρπό. Γι’ αυτό τούς καταράστηκε και τους είπε ότι αφού τόσους αιώνες δεν κατόρθωσαν να καρποφορήσουν τους καρπούς της πίστεως, δεν θα το κάνουν ποτέ. Αυτό είναι και μια απάντηση σε όλους όσους νομίζουν ότι κάποτε η κόλαση θα σταματήσει να υφίσταται, αλλά ο λόγος του Κύριου είναι αδιάψευστος. Αιώνια δεν θα καρποφορούν όσοι εν τη ημέρα της Κρίσεως βρεθούν να έχουν επιλέξει την ζωή μακρυά από τον Χριστό και να τον απορρίπτουν.
Κι αυτό το επανέλαβε ξανά όπως θα δούμε παρακάτω.
Οι Φαρισαίοι όπως έκαναν σε κάθε ευκαιρία και είδαμε και στην ευαγγελική περικοπή της Β΄ Κυριακής των Νηστειών προσπαθούσαν από την αρχή να παρουσιαστούν ότι αυτοί γνώριζαν καλά τον νόμο και ότι αυτούς έπρεπε να ακούει ο λαός και όχι τον πλανεμένο Ιησού τον Ναζωραίο, που νομίζει ότι έχει την εξουσία να δίνει ακόμη και άφεση αμαρτιών, όπως συμβαίνει μέχρι και σήμερα από πολλούς ανθρώπους που ομοιάζουν προς τους Φαρισαίους και προσπαθούν μανιωδώς να δείξουν ότι ο Χριστός τα είπε λάθος. Έτσι λοιπόν ο Κύριος με παραβολές προσπάθησε να τους δώσει να καταλάβουν ότι αυτοί δεν υπακούν στο θέλημα του Θεού και ότι θα καταδικαστούν από μόνοι τους, εξαιτίας των πράξεών τους.
Η πρώτη παραβολή που τους είπε αφορούσε έναν πατέρα με δύο υιούς, ο οποίος είπε στον πρώτο υιό να πάει να δουλέψει στον αμπελώνα του, αλλά εκείνος αρχικά αρνήθηκε· κατόπιν όμως μετάνιωσε και πήγε και δούλεψε. Είπε το ίδιο και στον δεύτερο και εκείνος είπε “Αμέσως, κύριε!” αλλά ποτέ δεν πήγε να δουλέψει. Μετά την ολοκλήρωση της παραβολής τούς ρώτησε ποιος από τους δύο έκανε το θέλημα του πατέρα τους και απάντησαν εκείνοι σωστά, ο πρώτος. Τότε τους εξήγησε ότι σαν τον πρώτο είναι οι τελώνες και οι αμαρτωλές γυναίκες που παρά τις αμαρτίες τους δέχθηκαν το κήρυγμα του Ιωάννου του Βαπτιστού που τους μίλησε πως έρχεται ο Μεσσίας (και ότι τον έχουν μπροστά τους) ενώ εκείνοι παρότι τον άκουσαν, τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, δεν δέχθηκαν το κήρυγμά του και ποτέ δεν μετενόησαν.
Έπειτα τους είπε και δεύτερη παραβολή για να τους δείξει ακριβώς ότι γνωρίζει πολύ καλά τα σχέδιά τους και ότι είναι έτοιμος και προετοιμασμένος γι’ αυτά. Τους είπε, λοιπόν, την λεγομένη παραβολή των κακών γεωργών, όπου παρουσιάζει έναν άνθρωπο να ετοιμάζει έναν αμπελώνα, να ετοιμάζει αποθήκη, πατητήρι για τα σταφύλια του, έβαλε και φράκτη, για να είναι ασφαλές το μέρος και το έδωσε σε ορισμένους γεωργούς να του το καλλιεργήσουν και όταν έρθει ο καιρός να του αποδώσουν τα σταφύλια και το κρασί που έπρεπε. Όμως, εκείνων άρεσε ο αμπελώνας και τον πήραν για δικό τους. Όταν ο Κύριος λοιπόν έστειλε εργάτες για να πάρουν τους καρπούς που έπρεπε να του δώσουν όπως όφειλαν, αφού δικός του ήταν ο αμπελώνας, εκείνοι τους κακοποίησαν, άλλους τους έδειραν, άλλους τους σκότωσαν και άλλους τους ελιθοβόλησαν. Έστειλε κι άλλους, αλλά πάλι τα ίδια. Στο τέλος έστειλε και τον γιο του, θεωρώντας ότι θα ντραπούν βλέποντας ότι είναι ο κληρονόμος του αμπελώνος και γιος τους ιδιοκτήτη, αλλά ούτε εκείνον τον σεβάστηκαν.
Ο ιδιοκτήτης του αμπελώνος είναι ο Θεός, ο Τριαδικός Θεός, που έφτιαξε τον κόσμο ολόκληρο και τον παρέδωσε στους ανθρώπους. Όμως, οι άνθρωποι, οι κακοί γεωργοί, οι ειδωλολάτρες και οι άλλοι, τον πήραν για δικό τους και ξέχασαν τον Θεό. Και όταν έστειλε πολλούς ανθρώπους που πίστευαν στον αληθινό Θεό να τους συνετίσουν, τους σκότωσαν και δεν συνετίστηκαν. Όταν στο τέλος έστειλε και τον υιό Του, με μορφή ανθρώπου, που έχει την ίδια εξουσία που έχει και ο Θεός, αφού είναι κατ’ουσίαν υιός του και όχι κατά χάριν όπως οι βαπτισμένοι άνθρωποι -και ανάμεσα στις εξουσίες που έχει ο Θεός είναι και να συγχωρεί αμαρτίες όπως είδαμε στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Β΄ Νηστειών- ούτε Αυτόν τον σεβάστηκαν αλλά τον σκότωσαν.
Τους προέλεγε δηλαδή τι θα του κάνουν. Και σε αυτούς και στους μαθητές Του που άκουγαν την παραβολή. Και στο τέλος ερώτησε τους Φαρισαίους τι θα έπρεπε ο Θεός, όταν έρθει η ημέρα της Κρίσεως, να κάνει στους κακούς γεωργούς και ομολόγησαν ότι έπρεπε να τους τιμωρήσει. Δηλαδή, οι ίδιοι καταλαβαίνουν ότι δεν θα μείνουν ατιμώρητες οι κακές τους πράξεις αλλά επιμένουν παρόλα αυτά να τις κάνουν. Κι αυτό δείχνει ακριβώς ότι η αμετανοησία είναι μια κατάσταση από την οποία, αν τυχόν και παγιωθεί ο άνθρωπος σ’ αυτήν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Αλλά ο Κύριος για να τους βοηθήσει τούς είπε και τρίτη παραβολή, αυτώ των βασιλικών γάμων, όπου ένας βασιλιάς ετοιμάζει γάμο για τον υιό Του και όταν έφτασε η ώρα έστειλε τους δούλους τους για να φωνάξουν αυτούς που είχαν λάβει την πρόσκληση, δηλαδή αυτούς που πιστεύαν στον αληθινό Θεό. Αλλά εκείνοι που θεωρητικά πίστευαν στον αληθινό, για διαφορετικό λόγο ο καθένας, δεν θέλησαν να πάνε. Όχι μόνο αυτό, αλλά και κάποιοι ορισμένους από τους δούλους τους έδειραν ή ακόμη και τους σκότωσαν. Ο βασιλιάς τόσο πολύ θύμωσε που έστειλε στρατό και σκότωσε όσους έκαναν την αμαρτία του φόνου και έβαλε φωτιά στην πόλη τους. Όμως, ήθελε ο γάμος να γεμίσει και γι’ αυτό κάλεσε άλλους που δεν είχαν λάβει ως τότε πρόσκληση. Και όντως γέμισε ο χώρος του γάμου, αλλά βρέθηκε ανάμεσά τους και κάποιος που δεν είχε το κατάλληλο ένδυμα για να γαμήλια δεξίωση και αυτόν ο βασιλιάς τον έριξε στο σκότος το εξώτερον, δηλαδή στην κόλαση. Μ’ αυτό ήθελε να μας πει ότι και απ’ όσους θα κληθούν αργότερα, τους πρώην ειδωλολάτρες, δεν θα μπουν έτσι απλά όλοι στον γάμο αλλά χρειάζεται προετοιμασία και την κατάλληλη στολή, τη στολή της μετανοίας.
Όλα τα παραπάνω συνέβησαν όπως είπαμε την πρώτη ημέρα μετά τη θριαμβευτική είσοδο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα και στόχο είχαν να αλλάξουν την απόφαση των Φαρισαίων έστω και με μορφή απειλής, αφού ο Κύριος δεν είχε άλλον τρόπο και δεν άκουγαν το κήρυγμα της μετανοίας του. Ο Τριαδικός Θεός μεταχειρίζεται κάθε τρόπο ώστε να αλλάξει γνώμη στον άνθρωπο, αλλά πολλοί είναι εκείνοι που εμμένουν στην αμετανοησία τους. Ωστόσο, το σχέδιό του Θεού δεν ακυρώνεται, ούτε αλλάζει και εντέλει θα γίνει όπως Εκείνος έχει ορίσει.