Η Αγία Μεγαλομάρτυς Φωτεινή καταγόταν από την σαμαρειτική πόλη Συχάρ. Είχε δύο γιούς, τον Βίκτωρα και τον Ιωσή και πέντε αδελφές, την Ανατολή, την Φωτώ, την Φώτιδα, την Παρασκευή και την Κυριακή. Όλοι μαζί μετά την Ανάληψη του Κυρίου ακολούθησαν τους Αποστόλους, από τους οποίους και βαπτίσθηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής, στις περιοδείες και με θάρρος κήρυτταν την πίστη τους στον Χριστό. Με το κήρυγμά τους και την αγάπη τους προς τους συνανθρώπους τους, συγκινούσαν τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι εγκατέλειπαν τα είδωλα και βαπτίζονταν στο όνομα της Αγίας Τριάδας.
Την εποχή όμως αυτή, και συγκεκριμένα το 66 μ. Χ., ο Νέρων είχε εξαπολύσει έναν ανελέητο διωγμό εναντίον των Χριστιανών, αφού μετά το μαρτύριο των δύο κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου αναζητούνταν οι μαθητές των Αποστόλων για να θανατωθούν, ώστε να μην κηρύττει κανένας στο όνομα του Χριστού τη χριστιανική πίστη στον κόσμο. Σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή η Αγία Φωτεινή μαζί με τον μικρότερο γιο της, τον Ιωσή, βρισκόταν στην Καρθαγένη της Αφρικής, όπου κήρυττε με ξεχωριστή παρρησία το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Τον άλλο όμως γιο της Αγίας, τον Βίκτωρα, ο βασιλιάς Νέρων τον διόρισε αρχιστράτηγο, επειδή είχε νικήσει στον πόλεμο εναντίον των Αράβων και τον έστειλε στην Ιταλία για να εξοντώσει τους εκεί χριστιανούς, αγνοώντας βέβαια ότι ήταν χριστιανός. Ο δούκας όμως της Ιταλίας Σεβαστιανός γνωρίζοντας ότι ο Βίκτωρας είναι Χριστιανός, όπως και η οικογένειά του, τον συμβούλεψε να υπακούσει πιστά την εντολή του βασιλιά για να μην κινδυνεύσει η ζωή του. Αλλά ο Βίκτωρας δήλωσε ότι επιθυμεί να κάνει μόνο το θέλημα του Χριστού και περιφρονεί την προσταγή του βασιλιά. Τότε ο δούκας προσπάθησε και πάλι να τον πείσει, λέγοντάς του να συμβουλεύσει τη μητέρα και τον αδελφό του να σταματήσουν να κηρύττουν τον Χριστό και να διδάσκουν τους Έλληνες να αρνηθούν τα είδωλα, διότι αυτό θα έχει ως συνέπεια να κινδυνεύσει και η δική τους ζωή. Παράλληλα, του πρότεινε ότι μπορούν κρυφά να πιστεύουν στον Χριστό.
Ο Βίκτωρας όμως όχι μόνο απέρριψε τις συμβουλές και τις προτάσεις του δούκα, αλλά δήλωσε με θάρρος ότι και εκείνος θα κηρύττει το όνομα του Χριστού. Εκείνη τη στιγμή ο δούκας τού είπε να σκεφθεί τί θα πράξει, αλλά αμέσως τυφλώθηκε και αφού έπεσε στη γη από τους αφόρητους πόνους στα μάτια, έμεινε άφωνος. Τότε οι άνθρωποι που βρίσκονταν εκεί τον σήκωσαν και αφού έμεινε άφωνος τρεις ημέρες, την τέταρτη ημέρα φώναξε δυνατά ότι «Ένας είναι ο Θεός και Αυτός είναι ο Θεός των Χριστιανών». Στο άκουσμα αυτών των λόγων ο Βίκτωρας τον ρώτησε τί συνέβη και άλλαξε τόσο ξαφνικά η γνώμη και η στάση του. Εκείνος τότε του απάντησε ότι τον προσκάλεσε ο ίδιος ο Χριστός.
Στη συνέχεια ο δούκας Σεβαστιανός κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη από τον Βίκτωρα και μόλις βαπτίσθηκε, ξανα βρήκε το φως του και δόξασε το όνομα του Θεού. Βλέποντας οι ειδωλολάτρες το παράδοξο αυτό θαύμα, φοβήθηκαν μήπως πάθουν τα ίδια που έπαθε ο δούκας. Γι’ αυτό και προσέτρεξαν στον Βίκτωρα και αφού κατηχήθηκαν από αυτόν στη χριστιανική πίστη, βαπτίσθηκαν Χριστιανοί.
Σε σύντομο όμως χρονικό διάστημα ο βασιλιάς της Ρώμης Νέρων πληροφορήθηκε ότι τόσο ο στρατηλάτης Βίκτωρας και ο δούκας της Ιταλίας Σεβαστιανός όσο και η μητέρα του Βίκτωρα, η Φωτεινή, μαζί με τον γιο της, τον Ιωσή, κηρύττουν τον Χριστό και οδηγούν τους ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Εξαγριωμένος, έστειλε αμέσως στρατιώτες στην Ιταλία για να φέρουν στη Ρώμη όλους τους Χριστιανούς. Όταν οι γενναίοι Χριστιανοί παρουσιάστηκαν μπροστά στον βασιλιά Νέρωνα, αυτός προσπάθησε να τους κάνει να αλλαξοπιστήσουν και να απαρνηθούν τον Χριστό. Τότε όλοι μαζί οι Άγιοι έστρεψαν τα μάτια τους στον ουρανό και φώναξαν:
– Δεν πρόκειται ποτέ Χριστέ να σ’ απαρνηθούμε και να χωριστούμε από την πίστη Σου και την αγάπη Σου!
Η βροντερή αυτή ομολογία εξόργισε τον Νέρωνα, ο οποίος αμέσως διέταξε να βασανίσουν τους Χριστιανούς ομολογητές! Της Φωτεινής τής έδεσαν τα χέρια πάνω σ’ ένα αμόνι και με μανία τα χτυπούσαν με μαχαίρια. Δεν κατάφεραν όμως τίποτα, επειδή παρέλυσαν τα χέρια των βασανιστών και έπεσαν κάτω λιπόθυμοι. Στη συνέχεια, τους έπιασαν όλους και τους έβαλαν σε ένα καμίνι που έκαιγε και τους άφησαν εκεί μέσα για τρείς ολόκληρες μέρες. Μάταια όμως. Όλοι είχαν μείνει εκεί χωρίς να πάθουν τίποτα.
Το παράδοξο αυτό θαύμα διαδόθηκε αμέσως στη Ρώμη και όλοι δόξασαν τον Θεό.
Μόλις ο βασιλιάς όμως έμαθε για το νέο αυτό θαύμα, αποφάσισε αμετανόητος αλλά και τυφλωμένος από τον εγωισμό και την κακία του, να δώσουν στους Αγίους θανατηφόρα δηλητήρια και για αυτόν τον σκοπό προσκλήθηκε ο διαβόητος μάγος Λαμπάδιος, ο οποίος έδωσε πρώτα στην Αγία Φωτεινή να πιεί το δηλητήριο. Εκείνη έχοντάς το στα χέρια της, δήλωσε ότι πρώτη από όλους τους άλλους θα πιει το δηλητήριο στο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού για να δουν την παντοδυναμία Του. Στη συνέχεια ας πιουν και όλοι οι υπόλοιποι που είναι μαζί της. Έτσι, όλοι όσοι ήπιαν το δηλητήριο, δεν έπαθαν τίποτα. Τότε ο μάγος έμεινε άναυδος και είπε στην Αγία ότι έχει και άλλο πολύ ισχυρότερο δηλητήριο.
Μάλιστα δήλωσε ότι εάν και με αυτό το θανατηφόρο δηλητήριο δεν πεθάνουν αμέσως, τότε θα πιστέψει και εκείνος στον Κύριο. Και αυτό το δηλητήριο δεν είχε απολύτως καμία επίπτωση στην υγεία τους, και έτσι όλοι έμειναν υγιείς.
Τότε ο μάγος έμεινε και πάλι άναυδος από το νέο θαύμα και αφού μάζεψε όλα τα μαγικά του βιβλία, τα έριξε στη φωτιά για να καούν. Κατόπιν βαπτίσθηκε Χριστιανός, λαμβάνοντας το όνομα Θεόκλητος. Στη συνέχεια ο Νέρων όταν έμαθε για τη μεταστροφή του στον Χριστό, έδωσε τη διαταγή να τον συλλάβουν. Στη συνέχεια τον οδήγησαν έξω από τα τείχη της Ρώμης, όπου έγινε ο δια ξίφους αποκεφαλισμός του.
Έπειτα ο Νέρων πρόσταξε να κλείσουν τους υπόλοιπους Χριστιανούς μέσα σε ένα σκοτεινό κελί και να τους έχουν εκεί, μέχρι να πεθάνουν. Μέσα στο υγρό κελί οι Άγιοι έψελναν και δοξολογούσαν τον Κύριο. Κάποια στιγμή τούς παρουσιάστηκε ο Χριστός και πιάνοντας το χέρι της Φωτεινής, τους είπε:
– Πάντοτε να χαίρεστε και εγώ θα είμαι μαζί σας σε όλες τις ημέρες της ζωής σας.
Μεγάλη συγκίνηση πλημμύρισε όλους τους κρατούμενους. Αξιώθηκαν να δουν τον ίδιο τον Χριστό και τώρα ήταν έτοιμοι να περάσουν οποιοδήποτε μαρτύριο.
Οι Άγιοι έμειναν αρκετό καιρό κλεισμένοι στη φυλακή. Μετά από τρία χρόνια ο Νέρων έστειλε τους φρουρούς του για να αποφυλακίσουν έναν υπηρέτη του που ήταν κλεισμένος σε εκείνη τη φυλακή. Μόλις όμως άνοιξαν την πόρτα του κελιού, μια γλυκιά ευωδία διαχύθηκε και φως πλημμύρισε ολόγυρα. Παραδίπλα οι άνθρωποι κάθονταν γύρω από την Φωτεινή και άκουγαν τα θεόπνευστά της λόγια για το νόημα του Ευαγγελίου. Ο Νέρων έγινε έξαλλος και αμέσως διέταξε να τους σταυρώσουν με το κεφάλι προς τα κάτω. Ωστόσο, Άγγελος Κυρίου κατέβασε τους Αγίους από τον σταυρό και θεράπευσε τις πληγές τους.
Παρά το μεγαλειώδες αυτό θαύμα ο Νέρων δεν μετενόησε, ούτε πίστεψε στον Χριστό, αλλά διέταξε να δείρουν την Φωτεινή και να τη ρίξουν σε ένα σκοτεινό και υγρό πηγάδι. Στη συνέχεια, αφού βασάνισε τις αδελφές και τα παιδιά της, τους θανάτωσε όλους με μαρτυρικό τρόπο.
Η Φωτεινή είχε μείνει ζωντανή και παρακαλούσε τον Θεό να φύγει κι εκείνη από την επίγεια ζωή. Καθώς έκλαιγε, παρουσιάστηκε μπροστά της με θαυματουργικό τρόπο ο Κύριος και, αφού έκανε το σημείο του σταυρού πίσω της, της γιάτρεψε όλες τις πληγές. Μετά από λίγο καιρό η Φωτεινή παρέδωσε τη μακαρία της ψυχή στον Κύριο. Η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της στις 26 Φεβρουαρίου και την πέμπτη Κυριακή της περιόδου του Πεντηκοσταρίου.
Με την συνοδεία των γιων της και των αδερφών της κήρυξε τον λόγο του Χριστού στην Συρία, στην Φοινίκη, στην Παλαιστίνη, στην Αίγυπτο, στην Καρχηδόνα και τελικά στη Ρώμη. Η μεγάλη της αυτή αποστολική δράση είναι ο λόγος για τον οποίο η εκκλησία μας την ονομάζει Ισαπόστολο.