Η σφαγή της Χίου αναφέρεται στη φριχτή θανάτωση δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων της Χίου από τον Οθωμανικό στρατό. Το γεγονός συνέβη στην Χίο, την 30η Μαρτίου του 1822. Είχε προηγηθεί ο ξεσηκωμός του νησιού, στις 11 Μαρτίου 1822, με την απόβαση εκστρατευτικού σώματος Σαμιωτών.
Την περίοδο αυτή η Χίος διέθετε πολύ μεγάλη και ακμάζουσα ελληνική κοινότητα, που ευημερούσε βασιζόμενη στην καλλιέργεια της μαστίχας. Απολάμβανε μάλιστα σημαντικά προνόμια από τους Οθωμανούς, για τους οποίους η μαστίχα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό προϊόν. Συνέπεια των προνομίων ήταν η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού του νησιού, που αριθμούσε το 1822 περί τους 120.000 Χριστιανούς κατοίκους.
Ωστόσο, ο πληθυσμός ζούσε κάτω από την οθωμανική καταπίεση. Για την πρόληψη επανάστασης, είχαν μεταφερθεί στο νησί στρατεύματα από τη Μικρά Ασία και είχε τοποθετηθεί ως διοικητής του νησιού ο σκληρός Βαχίτ πασάς.
Οι Χιώτες έκαναν καταναγκαστικές εργασίες με την απειλή της βίας. Οι οθωμανοί καθημερινά έκαναν αρπαγές και φόνους στην πόλη και στα χωριά ατιμωρητί. Σχέδια για εξέγερση στη Χίο γίνονταν από τους πρώτους μήνες της Επαναστάσεως.
Τον Ιούλιο του ’21 είχε αναλάβει την οργάνωση της εξέγερσης ο Ιωάννης Ράλλης, Χιώτης Φιλικός και άλλοτε έμπορος στην Οδησσό. Όμως, Χιώτες έμποροι των Κυκλάδων τον έπεισαν ότι αυτή η επιχείρηση ήταν άκαιρη και επικίνδυνη, κάτι στο οποίο συμφώνησε και ο ίδιος ο επικεφαλής της Επαναστάσεως, Αλέξανδρος Υψηλάντης.
Τον Μάρτιο του 1822 η Χίος μπήκε τελικά και αυτή στον Αγώνα, όταν ο Χιώτης Αντώνης Χατζή-Μπουρνιάς, γνωστός και ως Χατζηανώνης που υπήρξε αξιωματικός του Ναπολέοντα, με περίπου διακόσιους άνδρες, αποβιβάστηκαν στη Σάμο και κάλεσαν τον Σαμιώτη Λυκούργο Λογοθέτη να κηρύξει την Επανάσταση και στη Χίο.
Ο Σουλτάνος που, όπως φαίνεται γνώριζε τις κινήσεις τους, είχε προετοιμάσει τον στόλο του και αξιόλογη στρατιωτική δύναμη και ήταν έτοιμος να επέμβει, αν ξεσπούσε επαναστατικό κίνημα στη Χίο. Παράλληλα, διέταξε τον φόνο τριών ομήρων από τη Χίο, των προκρίτων Μιχαήλ Ροδοκανάκη, Μιχαήλ Σκυλίτση και Θεοδώρου Ράλλη καθώς και 60 εμπόρων που ήταν εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη. Παρά τις εκκλήσεις των επαναστατημένων στη Χίο για βοήθεια από τα ναυτικά νησιά (Ψαρά, Ύδρα και Σπέτσες), μόνον έξι Ψαριανά πλοία με πολεμοφόδια έσπευσαν να τους βοηθήσουν.
Επίσης σημαντικό ήταν ότι η εξέγερση άρχισε Μάρτιο, οπότε ο καιρός επέτρεπε την επιχείρηση του οθωμανικού στόλου.
Το μένος και η φρικαλεότητα των Τούρκων, όπως εκδηλώθηκαν στη σφαγή της Χίου, έχει να κάνει και με το γεγονός ότι στο συγκεκριμένο νησί είχαν παραχωρηθεί από την Πύλη σημαντικά προνόμια, λόγω της συστηματικής μαστιχοπαραγωγής, που διεξαγόταν αποκλειστικά εκεί. Τούτο σήμαινε ότι οποιαδήποτε επαναστατική κίνηση εκ μέρους του τοπικού πληθυσμού εκλαμβανόταν ως ύψιστη ασέβεια, αχαριστία και ύβρις προς τον Σουλτάνο.
Εκτός των άλλων αιτίων, στην περαιτέρω αποδυνάμωση των επαναστατών συνέβαλε και η διχόνοια μεταξύ των δύο Ελλήνων ηγετών, του Μπουρνιά και του Λογοθέτη.
Ο Μπουρνιάς κατά την υποχώρηση φώναζε το σύνθημα που είναι γνωστό στη Χίο: «Ὁ σώζων ἑαυτὸν σωθήτω!…».
Ο ξεσηκωμός του εύφορου νησιού εξαγρίωσε τον Σουλτάνο. Έτσι, ο Οθωμανικός στόλος υπό την ηγεσία του Καρά Αλή, έπλευσε προς τη Χίο για να καταστείλει την επανάσταση και απεβίβασε περί τους 7.000 στρατιώτες από τη Μικρά Ασία. Με την άφιξη του μεγάλου εχθρικού στόλου οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από το νησί, με εξαίρεση ένα τμήμα Ψαριανών, που παρακολουθούσε από απόσταση τις κινήσεις των Οθωμανών. Χωρίς σημαντική αντίσταση ο Οθωμανικός στρατός προχώρησε σε εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές αμάχου πληθυσμού.
Οι Οθωμανοί έκαψαν σπίτια και σκότωσαν όλα τα παιδιά κάτω των 3 ετών, όλους τους άνδρες από 12 ετών και πάνω, καθώς και όλες τις γυναίκες από 40 ετών και πάνω, με εξαίρεση αυτούς που ήταν πρόθυμοι να ασπαστούν το Ισλάμ. Τελικά, περισσότεροι από 40.000 κάτοικοι του νησιού σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν, ενώ ένα μέρος του πληθυσμού διέφυγε προς τα Ψαρά, τις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο.
Κατά τον ιστορικό Καστάνη, που ήταν παρών στη σφαγή της Χίου, ο πληθυσμός του νησιού έφθανε τις 180.000 ψυχές. Κατά άλλους, ο πληθυσμός ανερχόταν στις 140.000 με 150.000 ψυχές και κατά τα κιτάπια των Τούρκων ο πληθυσμός ανερχόταν στις 120.000 ψυχές. Εκείνο που είναι γεγονός είναι ότι στο νησί της Χίου έμειναν 1.000-2.000 περίπου άνθρωποι και 20.000 περίπου διέφυγαν…
Όλοι οι υπόλοιποι σφάχθηκαν ανελέητα, εκτός των αγοριών από 3-12 ετών και των γυναικών από 3-40 ετών που αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν από Εβραίους δουλεμπόρους σε παζάρια της Δύσης και της Ανατολής.
Ο τότε Τούρκος τοποτηρητής της Χίου Βαχίτ πασάς, που κατέγραψε τα συμβάντα, αναφέρει ότι: «Τοὺς μὲν ἡλικιωμένους ἐπέρασαν (οἱ μουσουλμᾶνοι) γενναιότατα ἐν στόματι μαχαίρας, παρομοίως καὶ τὰς ἡλικιωμένας γραίας, τὴν δὲ κινητὴν περιουσίαν αὐτῶν ἐλεηλάτησαν … τὰς δὲ ὡραίας κόρας των καὶ τοὺς τρυφεροὺς νεανίσκους των ἠχμαλώτισαν. Τὸ αἷμα ἔρρευσε ποταμηδόν…». Όταν ο ίδιος απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη αναφορά για την ανακατάληψη του νησιού, απέστειλε μαζί και πέντε φορτία με κομμένα κεφάλια και δύο φορτία με κομμένα αυτιά. Καταμετρώντας τους νεκρούς αναφέρει κεφάλια ιερέων, προεστών και ανταρτών 1.109, «τελειωθέντες ἐν στόματι μαχαίρας» 25.000, σκλαβωμένα αγόρια και κορίτσια 5.000.
Έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον Σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν, αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες του τόπου ή κληρικούς… 1.200 κεφάλια είχαν ήδη καταγραφεί στην ιστορία της μακάβριας αμοιβής που δόθηκε για τον καθένα.
Το βιβλίο της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών κάνει λόγο για 33.000 αιχμαλωτισμένες ψυχές και 33.000 σφαγμένους. Εάν όμως συλλογιστούμε τα νούμερα των εναπομεινάντων μαζί με αυτούς που κατόρθωσαν και διέφυγαν, τα νούμερα των χαμένων ψυχών είναι κατά πολύ μεγαλύτερα· αν, μάλιστα, λάβουμε υπ’ όψιν την εκτίμηση των Τούρκων όσον αφορά τον πληθυσμό.
Η είδηση της σφαγής της Χίου συγκλόνισε την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, η στάση της οποίας μεταστράφηκε απέναντι στην ελληνική επανάσταση και πλέον σταθερά υπήρξε θετική. Μετά το γεγονός αυτό το φιλελληνικό κίνημα φούντωσε και σημαντικός αριθμός Ευρωπαίων φιλελλήνων έσπευσαν στην επαναστατημένη Ελλάδα για να ενισχύσουν τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα. Σημαντική επιρροή άσκησε το γεγονός σε Ευρωπαίους καλλιτέχνες.
Τα αιματηρά γεγονότα της Χίου προκάλεσαν αλγεινή εντύπωση στην Ευρώπη. Η κοινή γνώμη ξεσηκώθηκε και οι τάξεις των φιλελλήνων πύκνωσαν. Αυτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν τις φρικιαστικές σκηνές στις εφημερίδες, ζωγράφοι (Ντελακρουά) τις απεικόνισαν και ποιητές (Ουγκώ, Χέμανς, Πιέρποντ, Χιλ, Σιγκούρνεϊ) έψαλλαν τη θλιβερή καταστροφή. Πολλοί έκαναν λόγο για το ασυμβίβαστο της τουρκικής φυλής με τον ανθρωπισμό, ενώ άλλοι τόνισαν την αδυναμία συνύπαρξης Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Η ελληνική νέμεση θα έλθει σύντομα, με την ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας του Καρα-Αλή από τον Κανάρη.
Ο Γερμανός ναύαρχος Βίλχελμ φον Κανάρις (1887-1945), αρχηγός της αντικατασκοπείας του Χίτλερ, ισχυριζόταν ότι καταγόταν από τους Χιώτες της διασποράς.
Ο σύγχρονος Κινέζος ζωγράφος Γιούε Μιντζούν φιλοτέχνησε με τον δικό του τρόπο ένα πίνακα που ονόμασε «Η σφαγή της Χίου».
Εμπνευσμένος από την σφαγή της Χίου ο Γάλλος ζωγράφος Ευγένιος Ντελακρουά ζωγράφισε τον ομώνυμο πίνακά του, που εκτέθηκε στο Παρίσι και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση της γαλλικής κοινής γνώμης για τον επαναστατικό αγώνα των Ελλήνων. Το 2009, ένα αντίγραφο του πίνακα εκτέθηκε στο τοπικό Βυζαντινό Μουσείο της Χίου. Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα αντίγραφα του έργου, με έτος δημιουργίας το 1919 (Ε. Ιωαννίδης). Ακόμα δύο αντίγραφα του σπουδαίου πίνακα του Ντελακρουά εκτίθενται το ένα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, στην Αθήνα, και το άλλο στη Σχολή Καλών Τεχνών της Πράγας.
Παρακολουθώ το παρακάτω βίντεο:
30 Μαρτίου 1822 Σφαγή της Χίου (Τηλεφημερίδα 30.3.2021)
Μια όψη της οθωμανικής αγριότητας κατά του πληθυσμού της Χίου ήταν η πώληση – κυρίως γυναικών και παιδιών – ως δούλων. Μεταφέρονταν ως εμπορεύματα σε παζάρια της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης και πωλούνταν σε εξευτελιστικές τιμές. Ο Ολλανδός διπλωμάτης στην Κωνσταντινούπολη Gaspar Testa γράφει προς τον υπουργό του των εξωτερικών:
“Το πιο σπαρακτικό θέαμα είναι τα σκλαβωμένα γυναικόπαιδα που έφεραν από τη Χίο … Αγόρια και κορίτσια σέρνονται στους δρόμους δεμένα το ένα με το άλλο και οδηγούνται στα σκλαβοπάζαρα. Κοπέλες κρατούσαν στο χέρι ένα χαρτί με το όνομα των Τούρκων κυρίων τους που έμειναν στη Χίο. Μη μπορώντας να τις συνοδέψουν οι ίδιοι, τις έστειλαν στη διεύθυνση των σπιτιών τους στην Πόλη.”
Ο Άγγλος πρόξενος στη Σμύρνη Francis Werry γράφει σε αναφορά του: “Στο δρόμο των Φράγκων οδηγούνται πάνω-κάτω κοπάδια από παιδιά της Χίου για πούλημα”. Στον Courrier Francais της 10-7-1822 αναφέρεται ότι φανατικοί μουσουλμάνοι αγόραζαν το θύμα τους για 30 γρόσια και το έσφαζαν για να κερδίσουν μια θέση στον παράδεισο. Πολλές γυναίκες αυτοκτόνησαν κατά τη μεταφορά και άλλες πέθαναν από απεργία πείνας για να γλυτώσουν τον εξευτελισμό. Στην Allgemeine Zeitung δημοσιεύεται ότι μικρά παιδιά κάτω των 7 ετών που ήταν ακατάλληλα για το εμπόριο δένονταν και ρίχνονταν στη θάλασσα. Το σκηνικό του δουλεμπορίου περιγράφει και ο ιερέας της αγγλικής πρεσβείας R. Walsh αναφέροντας ότι από την 1η Μαΐου 1822 εκδόθηκαν 41.000 “τεσκερέδες” (έγγραφα ιδιοκτησίας δούλων) και ότι 5.000 πουλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη γαλλόφωνη εφημερίδα της Σμύρνης Spectateur Oriental, έως την 10-5-1822 στο τελωνείο της Σμύρνης είχαν καταβληθεί δασμοί για 40.000 σκλάβους.
Τα παιδιά οδηγούνταν κατά ομάδες για εξισλαμισμό. Ο Άγγλος κληρικός Walsh γράφει ότι “μέσα σε μια μέρα έγιναν περισσότεροι προσηλυτισμοί από το Ευαγγέλιο στο Κοράνι απ’ όσοι απ’ το Κοράνιο στο Ευαγγέλιο σε έναν αιώνα”.
Οι αγοραπωλησίες σταμάτησαν στις 19 Ιουνίου 1822, ύστερα από επέμβαση της αδελφής του σουλτάνου, στην οποία ανήκε η Χίος ως φέουδο.
Τη σφαγή της Χίου περιέγραψε σαν αυτόπτης μάρτυρας ο Χριστόφορος Πλάτωνος Καστάνης (γ. 1814). Αρχικά συνελήφθη από τους Τούρκους και πουλήθηκε ως σκλάβος. Δραπέτευσε και κατέφυγε στο Ναύπλιο, όπου βρήκε βοήθεια από τον φιλέλληνα Χάου, ο οποίος τον πήρε μαζί του στις ΗΠΑ. Ο Καστάνης επέστρεψε προσωρινά στην Ελλάδα, όπου έλαβε πολύ καλή μόρφωση από δασκάλους, όπως ο Νεόφυτος Βάμβας. Το 1851, στις ΗΠΑ εξέδωσε βιβλίο με την ιστορία της Επανάστασης στη Χίο και την περιπέτειά του με τον τίτλο του Καστάνη, μεταφράστηκε στα ελληνικά με τον τίτλο “Ο Έλληνας εξόριστος”.